Έντυπα




The book titled
‘’The winged world at Evros Delta’’
is going to be published in Greek.


Λίγα λόγια για το βιβλίο
‘’Ο φτερωτός κόσμος στο Δέλτα του ποταμού Έβρου’’
του Κώστα Παναγιωτίδη





    Το βιβλίο αποτελεί μια φωτογραφική καταγραφή άγριων πουλιών, αποκλειστικά από το Δέλτα του ποταμού Έβρου και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως φωτογραφικός οδηγός παρατήρησης πουλιών για 230 περίπου διαφορετικά είδη της ορνιθοπανίδας.
    Οι 500 και πλέον μοναδικές και αδημοσίευτες φωτογραφίες (οι καλλίτερες που τραβήχτηκαν για το κάθε είδος) και τα ενδιαφέροντα κείμενα, αναδεικνύουν την ομορφιά του φτερωτού κόσμου, που εκπλήσσει και συναρπάζει. Ενός κόσμου που ζει δίπλα μας, στο Δέλτα του ποταμού Έβρου, στη μόνιμη δηλαδή ή την προσωρινή του κατοικία και περιμένει να τον ανακαλύψουμε.
     Το βιβλίο εκτιμάται ότι θα εκδοθεί μέσα στο 2014. 
     Στη συνέχεια, για την ενημέρωση των επισκεπτών, παρατίθενται μερικά αποσπάσματα από τα κείμενα του βιβλίου (αποσπάσματα από περιγραφές οικογενειών).   



Τάξη: Χαραδριόμορφα, Οικογένεια: Σκολόπακες

     Αξιοθαύμαστη οικογένεια για τις μεταναστευτικές ικανότητες των ειδών της, που καλύπτουν δεκάδες χιλιάδες χιλιόμετρα μέσα σε λίγες μέρες ή βδομάδες για να μεταβούν από την τούνδρα ή την τάιγκα (οι πλησιέστερες κατά σειρά προς τον βόρειο πόλο περιοχές της γης), όπου κυρίως αναπαράγονται, στις απώτατες παράκτιες περιοχές του νοτίου ημισφαιρίου, όπου ξεχειμωνιάζουν και αντίστροφα. Ορισμένα είδη της οικογένειας, κατά την αποδημία τους, καλύπτουν τις μέγιστες αποστάσεις μεταξύ όλων των πουλιών. Ειδικότερα, η νανοσκαλίδρα, παρά το μικρό της μέγεθος και η δρεπανοσκαλίδρα μεταναστεύουν από την τούνδρα στις απώτατες ακτές του Ινδικού Ωκεανού, από τη Νότια Αφρική μέχρι τη Σρι Λάνκα, πρωταθλήτρια όμως στην κάλυψη της μέγιστης απόστασης ανακηρύσσεται η κοκκινοσκαλίδρα που αναπαράγεται στην τούνδρα του Καναδά και μεταναστεύει στο απώτατο άκρο της νοτίου Αμερικής, στη Γη του Πυρός 30.000 χιλιόμετρα μακριά. Πρωταθλήτρια αντοχής ανακηρύσσεται η θαλασσολιμόζα που αναπαράγεται στην Αλάσκα και μεταναστεύει, χωρίς στάση, στη Νέα Ζηλανδία, που αποτελεί τη μέγιστη, γνωστή μέχρι σήμερα, συνεχή πτήση, μεταξύ όλων των πουλιών, ενώ πρωταθλητής ακριβούς πλοήγησης ανακηρύσσεται ένα τουρλί του Νέου Κόσμου (Numenius tahitiensis) που ξεκινώντας από την Αλάσκα και πετώντας συνεχώς πάνω από τον Ειρηνικό Ωκεανό, βρίσκει επακριβώς τον προορισμό του, τους μικρούς κοραλλιογενείς νήσους νότια της Χαβάη, όπου μεταναστεύει, καλύπτοντας απόσταση 8.800 χιλιομέτρων χωρίς στάση. Λαμβανομένου υπόψη ότι τα είδη της οικογένειας ζουν περί τα 13 χρόνια, συνάγεται ότι κατά τη διάρκεια της ζωής τους καλύπτουν συνολικά  απόσταση 390.000 χιλιομέτρων ή και μεγαλύτερη, όση είναι δηλαδή η απόσταση μεταξύ της γης και της σελήνης.            



Τάξη: Περιστερόμορφα,  Οικογένεια: Περιστερίδες

     Πολυπληθής οικογένεια, της οποίας όλα τα ευρωπαϊκά είδη, δηλαδή το περιστέρι, το αγριοπερίστερο, το φασσοπερίστερο, η φάσσα,  η δεκαοχτούρα και το τρυγόνι παρατηρούνται στο Δέλτα του Έβρου. Το ασιατικό είδος ελατοτρύγονο και το αφρικανικό φοινικοτρύγονο παρατηρούνται τυχαία στην Ελλάδα. Η δεκαοχτούρα πήρε το όνομά της από τη φωνή της, που ακούγεται σαν να φωνάζει δέκα-οκτώ.
    Οι περιστερίδες έχουν μακρά, ποικίλη και περίπλοκη σχέση με τους ανθρώπους, καθόσον είναι βαθειά ριζωμένες στις διάφορες εκφάνσεις του πολιτισμού, όπως η θρησκεία, η λαϊκή παράδοση και η φιλοσοφία. Η πληθώρα ορισμένων ειδών της οικογένειας, που οφείλεται και στην αναπαραγωγική τους ικανότητα, συσχετίστηκε συμβολικά με τη γονιμότητα εδώ και χιλιάδες χρόνια. Έτσι, στην Αρχαία Ελλάδα και Ρώμη, συσχετίζονται με τη θεά του έρωτα, την Αφροδίτη (Venus) και στον ινδουισμό με τον όμοιο θεό Κάμα. Το περιστέρι επίσης, θεωρείται ευρέως ως σύμβολο πίστης και ειρήνης. Έτσι στον χριστιανισμό το Άγιον Πνεύμα απεικονίζεται ως περιστερά και στην Κίνα θεωρείται ως σύμβολο πίστης και καλής υγείας μεγάλης διάρκειας. Στην εποχή μας, κατά τη διάρκεια φιλειρηνικών εκδηλώσεων απελευθερώνονται συμβολικά περιστέρια. 
    Επί πλέον, οι περιστερίδες απετέλεσαν επί μακρόν μια σημαντική πηγή τροφής, γεγονός που οδήγησε στην εξημέρωση ορισμένων ειδών, κυρίως του ευρέως διαδεδομένου αγριοπερίστερου. Οι περίτεχνοι περιστεριώνες στη νήσο Τήνο είναι το πιο γνωστό παράδειγμα στην πατρίδα μας. Ακόμη χρησιμοποιήθηκαν, σε αγώνες, ως κατοικίδια, αλλά και ως ταχυδρόμοι, εκμεταλλευόμενοι την ικανότητά τους να επιστρέφουν στη φωλιά τους από οποιοδήποτε μέρος. Έτσι, κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι σύμμαχοι χρησιμοποίησαν περισσότερα από 17.000 περιστέρια που διέσχιζαν το στενό της Μάγχης για να μεταφέρουν μηνύματα της αντίστασης από την Γαλλία, που βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή, στη Μεγάλη Βρετανία. Μάλιστα σε 30 απ’ αυτά απονεμήθηκε το μετάλλιο Dickin, που αποτελεί τη βρετανική επιβράβευση γενναιότητας που απονέμεται σε ζώα.
    Όμως, μερικές φορές θεωρούνται αντίπαλοι και μεγάλοι μπελάδες για τις  καλλιεργημένες εκτάσεις, όπου μπορούν να καταναλώσουν μεγάλες ποσότητες δημητριακών, φρούτων (καταναλώνονται από ορισμένα μόνο είδη περιστερίδων) και λοιπών φρέσκων καλλιεργειών. Για να προστατευτούν λοιπόν οι καλλιέργειες δηλητηριάζονται τακτικά κατά χιλιάδες, με πιο γνωστή περίπτωση τη δηλητηρίαση μονομιάς 420.000 ατόμων ενός είδους της Νοτίου Αμερικής (Eared Dove) στην Αργεντινή. Καθώς η πίεση στο περιβάλλον βαίνει αυξανόμενη, οι σχέσεις μας με τις περιστερίδες θα γίνονται περισσότερο προβληματικές και παράγοντες όπως ανάπτυξη και κλιματική αλλαγή θα συνεχίσουν να θέτουν σε κίνδυνο όλο και περισσότερα είδη. 
   


Τάξη: Κουκόμορφα, Οικογένεια: Κουκολίδες

    Τα δύο ευρωπαϊκά είδη, ο κούκος και ο σπάνιος κισσόκουκος, παρατηρούνται στο Δέλτα του Έβρου, κυρίως την άνοιξη (Απρίλιο- Μάιο) και λιγότερο το φθινόπωρο, κατά την αποδημία τους από τη νότια Αφρική προς την Ευρώπη και αντίστροφα. 
    Μια διαφορετική οικογένεια, γνωστή για την παρασιτική συμπεριφορά αναπαραγωγής, κατά την οποία τα υπόψη ευρωπαϊκά είδη γεννούν τα αυγά τους σε φωλιές άλλων ειδών που μεγαλώνουν τα μικρά τους. Το θηλυκό, αμφοτέρων των ειδών, αναλώνει πολύ από το χρόνο του παρατηρώντας το κτίσιμο φωλεών από πιθανούς θετούς γονείς, τις οποίες επισκέπτεται τακτικά όταν οι οικοδεσπότες απουσιάζουν. Όταν διαπιστώσει ότι υπάρχει αυγό στη φωλιά γεννά και το δικό της μιμητικό αυγό. Σε περίπτωση που υπάρχουν αρκετά αυγά στη φωλιά μπορεί να μετακινήσει ή και να φάει ένα αυγό της οικοδέσποινας ώστε να εξασφαλίσει χώρο για το δικό της αυγό. Η οικοδέσποινα συνήθως δεν αντιλαμβάνεται την παρουσία του ξένου αυγού και το κλωσά μαζί με τα δικά της, διαφορετικά το απορρίπτει. Μετά την εκκόλαψη των αυγών, οι φιλοξενούμενοι νεοσσοί, από την πρώτη μέρα της ζωής τους, έχουν μια ενστικτώδη παρόρμηση να απαλλαγούν απ’ όλα τα υπόλοιπα αυγά ή νεοσσούς που βρίσκονται στη φωλιά. Η πράξη τους αυτή είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωσή τους διότι θα χρειαστούν όλη την τροφή που οι θετοί γονείς μπορούν να παράσχουν. Ο κούκος παρασιτεί σε φωλιές των πολύ μικρότερων σε μέγεθος φυταλιάδων ή κελάδων και ο κισσόκουκος σε φωλιές κορακοειδών, κυρίως καρακάξας, εξασφαλίζοντας αμφότεροι, πέραν της ομοιότητας των αυγών και τη σωστή διατροφή των νεοσσών, καθόσον οι υπόψη θετοί γονείς είναι εντομοφάγοι, όπως και οι παρασιτούντες. Οι θετοί γονείς εμφανίζονται απρόθυμοι να αναγνωρίσουν το φιλοξενούμενο νεοσσό ως διαφορετικό είδος και συνεχίζουν να το ταΐζουν ακατάπαυστα για να ικανοποιήσουν την ακόρεστη όρεξή του, πολλές φορές χάνοντας οι ίδιοι σημαντικό βάρος λόγω ελλιπούς σίτισης. Έτσι, ο φιλοξενούμενος νεοσσός μεγαλώνει πολύ γρήγορα και μετά από τρεις βδομάδες περίπου αποκτά όλα του τα φτερά και εγκαταλείπει τη φωλιά.     



Τάξη: Στρουθιόμορφα,  Οικογένεια: Υφάντρες

   Το μοναδικό  ευρωπαϊκό είδος της οικογένειας, η υφάντρα είναι μόνιμος κάτοικος στο Δέλτα του Έβρου. Οι βορειοευρωπαϊκοί πληθυσμοί ξεχειμωνιάσουν στη νότια Ευρώπη και όχι στην Αφρική.
   Πολύ μικρή σε μέγεθος και σε βάρος, ζυγίζει περί τα οκτώ γραμμάρια μόνο, με λεπτό, κοντό και κωνικού σχήματος, ράμφος. Γνωστή για τις αριστοτεχνικές αιωρούμενες φωλιές που κατασκευάζει σε σχήμα σακούλας, γι’ αυτό λέγεται και σακουλοπαπαδίτσα. Φύλλα ανόμοια.  Η αρσενική διακρίνεται από την εκτεταμένη μαύρη ‘’μάσκα’’ γύρω από τα μάτια, τα κεραμιδί στίγματα στο στήθος και τα πιο έντονα και φωτεινά χρώματα στο πτέρωμα της πλάτης. Στη θηλυκή, η μαύρη ‘’μάσκα’’ είναι περιορισμένη, ενώ δεν υπάρχει στη νεαρή, που διακρίνεται επίσης από το καφετί κεφάλι έναντι του γκρίζου των ενηλίκων.   
   Μόνη ή σε ζευγάρια. Αγαπημένος της βιότοπος τα φυλλοβόλα δένδρα στα όρια βαλτωδών περιοχών. Τρέφεται με έντομα που βρίσκει σε θάμνους και σε χαμόκλαδα, αλλά και με σπόρους, από καλάμια και βούρλα, που πολλές φορές τους συλλέγει κρεμασμένη ανάποδα.
   Αναπαράγεται στο Δέλτα. Η αρσενική πολυγαμική, ζευγαρώνει με περισσότερες από μία θηλυκές κάθε άνοιξη και κατασκευάζει αριστοτεχνικές φωλιές, συνήθως σε αλμυρίκια, μία για κάθε ταίρι, σχετικά κοντά μεταξύ τους, σε σχήμα σακούλας. Οι φωλιές αιωρούνται από την άκρη λεπτού και ευλύγιστου κλαδιού, που ενσωματώνεται στην όλη κατασκευή της φωλιάς, πάνω από δυσπρόσιτα σημεία, συνήθως πάνω από νερό ή από βάτα για μεγαλύτερη ασφάλεια, με είσοδο στο πάνω μέρος της σε μορφή σήραγγας. Για την κατασκευή της φωλιάς χρησιμοποιούνται χόρτα, πλεγμένα με μοναδική δεξιοτεχνία με το άνθος-χνούδι της λεύκας. Όμως, μετά από επανειλημμένες βροχές η φωλιά συρρικνώνεται και γίνεται ακατάλληλη για επαναχρησιμοποίηση την επόμενη άνοιξη. Η θηλυκή επωάζει τα αυγά και μεγαλώνει τους νεοσσούς.



Τάξη: Στρουθιόμορφα,  Οικογένεια: Κεφαλάδες


     Αγαπημένος τους βιότοπος οι ξηρές περιοχές με αραιούς θάμνους, συνήθως αγκαθωτούς, όπου βρίσκουν την τροφή τους. Περιμένουν δηλαδή υπομονετικά, στην κορυφή των θάμνων ή σε αγκαθωτά σύρματα, επιτηρώντας το ανοιχτό έδαφος, απ’ όπου με γρήγορη πτήση συλλαμβάνουν ακρίδες, σκαθάρια, σαύρες, ποντίκια, μικρά πουλιά και επιστρέφουν με τη λεία τους στο ίδιο ή σε άλλο κοντινό σημείο για να τραφούν. Όλα τα ευρωπαικά είδη ανήκουν στο γένος Lanius, που στη λατινική γλώσσα σημαίνει κρεουργός (χασάπης), καθόσον χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι το κάρφωμα της λείας τους σε αγκάθια, ιδίως όταν είναι μεγάλη, επειδή τα πόδια τους δεν είναι αρκετά δυνατά για να τη συγκρατήσουν. Έτσι, είτε την τρώνε, αποσπώντας ένα κομμάτι κάθε φορά ή την αποθηκεύουν, για να την καταναλώσουν αργότερα, μόνοι ή με το ταίρι τους. Δύσπεπτα μέρη, όπως κόκαλα, δέρμα, κλπ, αποβάλλονται με εμετό, σε σχήμα σβώλων, όπως συμβαίνει με τα γεράκια και τις γλαύκες.